Λίγα λόγια για την Neumann. Σίγουρα έχει μπει στο σπίτι σας, στον προσωπικό σας χώρο ακροάσεων. Πώς; Απλά οι περισσότερες θρυλικές μα και mainstream ηχογραφήσεις φωνής και οργάνων εδώ και δεκαετίες έχουν γίνει με τα μικρόφωνα της εταιρίας. Όπως φυσικά και οι πιο πρόσφατες παραγωγές, ανεξαρτήτως είδους. Το όνομα-θρύλος στον χώρο του μικροφώνου εδώ και περίπου ογδόντα και πλέον έτη, φέρει και το ηχείο της δοκιμής μας. Σχεδιασμένο στην Γερμανία και κατασκευασμένο στην Ιρλανδία με χειρουργική ακρίβεια και υποδειγματικές μετρήσεις, όπως άλλωστε όλη η γκάμα της, συνεχίζει άκοπα να κοσμεί τα καλύτερα στούντιο στον κόσμο.
Τα αρχικά K-H
Προέρχονται από τα επίσης legendary ονόματα του χώρου, Klein und Hummel. Ο Walter Hummel, ένας εκ των μετόχων και ιδρυτών της εταιρίας, στα δεκαοκτώ του έτη ξεκίνησε να ασχολείται φανατικά με τον ήχο της εποχής (~1935). Παρέα με τον συνεταίρο του μηχανικό Horst Klein, κατάφεραν να περάσουν τα προϊόντα τους σε πάμπολλους ραδιοφωνικούς σταθμούς της εποχής. Από το 1960 η φίρμα αφιερώθηκε στα ενεργά monitors, στουντιακό εξοπλισμό αλλά και PA. Το 2010, η εταιρία πέρασε στα χέρια της Neumann όπου διατήρησε την συνταγή, τις καλοσχεδιασμένες καμπίνες και την φιλοσοφία όσον αφορά τον ήχο των K und H.
Στρατιώτης εκτός στρατοπέδου
Ύποπτα λιτό στην εμφάνιση, χωρίς φαντεζί καμπίνα από λουστραρισμένο ξύλο. Δείχνει και πρέπει να αποδείξει αφιερωμένο στην ουσία και μάλιστα, εδώ, εκτός στουντιακού χώρου και nearfield θέση. Τρίδρομο, με μαλακού θόλου midrange νεοδυμίου, tweeter θόλου σε ελλειπτικό οδηγό συχνοτήτων (waveguide) και οκτώ ιντσών woofer, όλα τοποθετημένα σε ένα mirror stereo ζεύγος (το αριστερό με το δεξί ηχείο έχουν διάταξη των tweeters στην δεξιά και αριστερή πλευρά τους αντιστοίχως με τα woofers στα άκρα τους, όπως προτείνει να στηθούν ο κατασκευαστής).
Ως ενεργά, διαθέτουν στην ράχη τους ενισχυτικά τάξης Α/Β για κάθε μονάδα, κάτι το οποίο επιτάσσει πλέον η αγορά και συναντάμε στα περισσότερα αξιόλογα studio monitors. Τα woofers στην κλειστή καμπίνα των ΚΗ 310 Α οδηγεί ένας ενισχυτής 150W, τα midrange και τα tweeters από ένας των 70W. Με την τριπλοενίσχυση αυτή επιτυγχάνεται η άφθονη ισχύ τροφοδοσίας της κάθε μονάδας. Οι μονάδες έχουν κροσαρισθεί στα 650 Hz και στα 2kHz με μαεστρία και καλά υλικά στο crossover. Η συχνοτική του απόκριση κυμαίνεται από τα 34Hz έως τα 21 kHz με απόκλιση +- 3db. Στο πίσω μέρος βρίσκουμε μια αναλογική είσοδο XLR (το μοντέλο KH 310D διαθέτει και ψηφιακές εισόδους μιας που ενσωματώνει digital to analog μετατροπέα) και τα ‘αφορισμένα’ από μερίδα του audiophile κοινού equalizers τα οποία ονοματίζει ‘Acoustical Controls’ για τα μπάσα, πρίμα και μεσαία/χαμηλομεσαία. Επίσης συναντάμε ποτενσιόμετρο κέρδους εισόδου (input gain) καθώς και σκάλες στάθμης εξόδου (output level control). Τέλος, ένα ρυθμιστικό της έντασης της φωτεινότητας του λογότυπου όταν το μόνιτορ μας βρίσκεται στο on καθώς και την άρση της γείωσης (ground lift) ώστε να αποφευχθούν τυχών προβλήματα θορύβων όταν αυτό απαιτείται από βρόγχους.
Καταμετρώντας τις νότες
Μπορεί ένα καθαρόαιμο ενεργό με περγαμηνές και βαρύ όνομα να γίνει από εργαλείο, η καρδιά ενός συστήματος πιστής αναπαραγωγής οικιακού χώρου; Να διεισδύσει στους χώρους των πιο απαιτητικών κυνηγών της υψηλής μουσικής αναπαραγωγής και ερμηνείας; Να κάτσει κοντά σε ενισχυτές και ηχεία πενταψήφιου κόστους όπου αποδίδουν με άριστη φυσικότητα λεπτομέρειες και χροιές; Το ερώτημα εάν το επαγγελματικό εργαλείο μπορεί να εξιτάρει συναισθήματα και να γεμίσει με ρεαλιστικές εικόνες έναν μεσαίο χώρο θα προσπαθήσουμε να σας απαντήσουμε πιο κάτω.
Τα KH 310 A έφτασαν στα χέρια μας “στρωμένα”, με πολλές ώρες λειτουργίας στην πλάτη τους. Να τονίσω πως όλα τα ηχεία και ιδιαίτερα τα ενεργά απαιτούν περισσότερες από 300 ώρες μουσικής σε μεσαίες εντάσεις πριν αποδώσουν τα μέγιστα, διότι εκτός των μονάδων όπου πρέπει να δουλέψουν αρκετά, τα ενισχυτικά τους απαιτούν επίσης μερικές εβδομάδες χρήσης. Στο τρέχον midfield στήσιμο που απαιτείται στο περιβάλλον των δοκιμών μας χρειαστήκαμε ψηφιακές πηγές με volume control εκ των οποίων επιστρατεύσαμε τις Wadia 121, Benchmark DAC1 Pre και τo SACD/CD player αναφοράς της Cary 306 Pro σε συνδυασμό με έναν παθητικό προενισχυτή με ladder ποτενσιόμετρο. Η μεταξύ τους σύνδεση έγινε με XLR καλώδια της Van Den Hul και Nordost Blue Heaven. Ιδιαίτερα με τα καλώδια της Νordost ακόμη και ο πιο προσεκτικός παραγωγός ή κάτοχος των ηχείων -σε pro περιβάλλον- θα πιστέψει πως δεν τα έχει ξανακούσει ποτέ του πιο αναλυτικά και διαυγή. Κατανοώντας τον σκοπό των Neumann μόνιτορς, προτείνουμε ανεπιφύλακτα την ακρόαση (…δουλειά για κάποιους) τουλάχιστον με τα Blue Heaven LS (390,- ευρώ στα 2m(ζ) XLR) αν η τσέπη μας δεν μπορεί να ανέβει ανώτερα, μαζί με την γκάμα της εταιρίας. Η ανταμοιβή:”priceless”.
Κατ’ αρχάς, η γενική εντύπωση είναι ότι πρόκειται για ένα καλοσχεδιασμένο ηχείο χωρίς ηχητικά και εμφανισιακά λούστρα, που άνετα χαρακτηρίζεται τίμιο όσον αφορά το κόστος απόκτησης. Διότι για να αγοράσετε μόνον τους έξι προσεγμένους ενισχυτές τάξης Α/Β ισχύος 70w-150w, έναν για την οδήγηση της κάθε μονάδας… τα σχόλια περιττεύουν! Στην συνέχεια, το σύνολο μας βγάζει από την διαδικασία αγοράς καλωδίων ηχείων, ένα αρκετά ακριβό σπορ όταν πραγματικά συνειδητοποιήσουμε την σημασία του. Προσθέστε σε αυτά και τις άριστες μετρήσεις.
Με τα πρώτα playlist όπου περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων κλασσικά έργα των Haydn (Κονσέρτα για τσέλο, Harmonia Mundi), Βeethoven Symphonies (Barenboim, Waren Music) καθώς και rock ακούσματα από Pink Floyd (Division Bell), Doors σε 96/24 ανάλυση και SACDs της Diana Krall αντιλαμβάνεται κανείς πως εδώ δεν προέχει ο άμεσος ή φαντεζί εντυπωσιασμός. Τα είδωλα παρουσιάζονται μεγάλα σε σώμα χωρίς να δείχνουν τάσης φυγής εκτός των ορίων της καμπίνας. Το χαρακτηρίζουν εξαιρετική διαφάνεια, άριστο δέσιμο τoυ φάσματος συχνοτήτων και ιδιαίτερα ελκυστική ομοιογένεια, με ανώτερο έλεγχο και ενδοσκόπηση των δρώμενων επί της μουσικής σκηνής. Ο ήχος του είναι ικανοποιητικά δυναμικός – με μια πολύ μικρή δόση γλυκύτητας χωρίς ενδείξεις χαλαρότητας που χαρακτηρίζει κάποιες ανάλογες υλοποιήσεις. Από την άλλη απεμπολεί τη μουσικότητα και «ηρεμία» που συνήθως αποδίδουμε σε κάποιες ευφωνικές σχολές ηχείων. Aποτυπώνει την παραμικρή λεπτομέρεια, με συγκρατημένο αέρα να περιβάλλει τους συντελεστές του κάθε κομματιού. Η έκφρασή του είναι λιγότερο ανάλαφρη, ταχεία και αέρινη και περισσότερο πυκνή σε υφή. Το πάντρεμα με μια ψηφιακή πηγή όπως της Benchmark φυσικά το απογειώνει. Είναι κομμένη και ραμμένη για το συγκεκριμένο ζεύγος. Όσον αφορά την διείσδυση και συνάμα την ανάλυση στο δικό μας setup – ναι, δηλώνει all-round νικητής. Το γούστο που εμφυτεύει ο παραγωγός και η διαφορά μεταξύ των ηχογραφήσεων παρουσιάζεται ξεκάθαρα μα στις μέτριες και κακές παραγωγές το ΚΗ 310A δεν σου βγάζει κόκκινη κάρτα. Δεν σε διώχνει. Απλά παρουσιάζει τις όποιες ατέλειες, ελλείψεις ή εμφάσεις χωρίς να τις υπερτονίζει. Πώς το καταφέρνει; Τα tweeters & mids θόλου αναλαμβάνουν αυτό το έργο, να περάσουν δηλαδή την πληροφορία και τις τάσεις της μίξης/mastering, χωρίς όμως να βγάζουν αυτιά. Ο ήχος κρατά μια μικρή απόσταση χωρίς θυσίες στην διαφάνεια, απλά δεν εξέχει μπροστά παρότι το Benchmark DAC1 ως οδηγός, δεν είναι και ότι πιο βολικό και φιλικό σε αυτόν το τομέα. Έτσι μπορείς να ακούς σε μεγαλύτερες εντάσεις για πραγματικά πολλές ώρες. Οι λάτρεις των εκτεταμένων και συνάμα διεισδυτικών ακροάσεων οφείλουν να το προσέξουν, αν κοιτούν κάτι στα κυβικά του 310A και θέλουν συνάμα να αποκτήσουν λύσεις της σχολής “όλα-σε-ένα’ με κύρος και όνομα.
Οι υψηλές -πάντοτε σε γνώριμα ακούσματα- αποδίδονται με ηρεμία, ανώτερη ανάλυση και μετρημένη σπιρτάδα. Στην κρίσιμη μεσουψηλή & μεσαία περιοχή κυριαρχεί η πληροφόρηση χωρίς λέπτυνση και προβολικές συχνοτικές λωρίδες – τουλάχιστον στα αυτιά μας – δεν ήταν ανιχνεύσιμες. Πολύ φυσικό άλλωστε για εναν κορυφαίο κατασκευαστή που σέβεται τον εαυτό του και αντιστοίχως τον δοξάζει το σύνολο των επαγγελματιών στον πλανήτη. Στις χαμηλές έχουμε όγκο και έκταση μα και την απαίτηση τα ψηφιακά μας και το αναλογικό στάδιό τους να μην έχουν την τάση να φουσκώνουν ή να πλατειάζουν σε αυτές. Αλλιώς η ζημιά θα είναι αισθητή και δεν του αξίζει. Ομοίως και η επιλογή των καλωδίων που σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να θαμπώνουν και να χρωματίζουν. Εδώ δεν ψάχνουμε για παραπάνω όγκο. Σε αρκετά studio στην χώρα μας, τα οποία έτυχε να επισκεφτώ, δεν δίνεται σημασία στις αναλογικές καλωδιώσεις και ρεύματος. Ενα μεγάλο σφάλμα το οποίο μπορεί κανείς να αναγνωρίσει μόνον με Α/Β δοκιμές, πριν και μετά, εάν είναι δεκτικοί σε αυτές και οι ιδιοκτήτες. Όσον αφορά την κεντρική εικόνα αυτή είναι άρτια κεντραρισμένη και στις midfield θέσεις ακρόασης με απόσταση πρώτα τα 2,5 και ύστερα τα 3 μέτρα. Τα tweeters (αρα και οι καμπίνες των ηχείων) προτιμήσαμε να συγκλίνουν ελαφρώς και να δείχνουν το sweet spot ,όπου μπορεί να ανοίξει και να πληροφορεί σωστά τρεις κολλητές κεντρικές θέσεις. Προϋπόθεση για να πλησιάσουμε το ιδανικό, η τοποθέτηση σε μεταλλικές βάσεις και τα άνω άκρα της μπάφλας να δείχνουν ελάχιστα πιο πάνω από το αυτί μας. Αν και η ανάγνωση των διαστάσεων της ιδεατής σκηνής είναι παραπάνω από ικανοποιητική, κάποιες πιο φιλόδοξες προτάσεις παθητικών monitors με την βοήθεια ανώτερων σε κόστος μονάδων, ενισχυτών και ψηφιακών απέδωσαν με περίσσιο μεγαλείο το βάθος και το πλάτος του πεδίου. Αλλά αυτό άλλωστε είναι το και εισιτήριο το οποίο κατέχει όποιος έχει δαπανήσει τόσο σε εξωτικές υλοποιήσεις όσο και σε ατελείωτες ώρες βελτιώσεων του ακουστικού χώρου και όλων των επιμέρους σημείων ενός συστήματος. Ενα εισιτήριο για μια θέση πιο κοντά στο πραγματικό.
Εκτόπισμα;
Αν δεν ξέραμε τις καταβολές του, θα τα χαρακτηρίζαμε μια καθαρά high-end υλοποίηση. Από την άλλη, δεν θα τολμούσαμε να γράψουμε πως εκτοπίζει ανώτερα σε κόστος παθητικά ηχεία βάσης όπως αυτά της Marten με μονάδες Accuton ή της Audio Note που τυγχάνει να βρίσκονται στην λίστα των προσεχών ακροάσεων. Eκεί και με την δυνατότητα επιλογής ενισχυτικών μέσα από μια χαοτική στις μέρες μας λίστα, αποδίδονται μικροδυναμικά περάσματα που συναρπάζουν, μια πιο esoteric ηχητική άποψη που κερδίζει κατά κανόνα μα και μια πιο σπάνια, ακόμη πιο ανθρώπινη και οργανική έκφραση. Μια πιο συγκινητική μετάβαση στον χώρο ηχογράφησης που φορτίζει τον ακροατή με συναισθήματα ή με την μοναδική,σπάνια έκφραση που κάποιες ‘σχολές’ ήχου διαθέτουν. Υπάρχει όμως κάτι πιο αισθησιακό από το να γνωρίζεις πως το front-end σου είναι όμοιο με αυτό του studio των παραγωγών όπου απολαμβάνεις; Αν το χρώμα, η θέρμη και ο αρμονικός ρεαλισμός ενός λαμπάτου προ-τελικού ενισχυτή είναι πρωτεύον ζητούμενο, τότε το KH 310 A θα σας φέρει στην δύσκολη κατάσταση να ακούτε την μουσική σας δύο φορές. It takes two to tango. Προσωπικά θα θέλαμε να κρατούσαμε πάντα τα Neumann εδώ, ώστε κυριολεκτικά να έχουμε όποτε επιθυμούμε των ήχο και των δύο ‘κόσμων’.
Μερικές συμβουλές, μόνον, για την καλύτερη λειτουργία του: 1) Απαιτείται προσεκτικό στήσιμο στον χώρο παρότι κλειστής καμπίνας και την δυνατότητα ρυθμίσεων EQ , 2) Χρησιμοποιείτε ικανά αποσβεστικά στήριξης. Ακόμη και με απλές μεταλλικές ακίδες όπου πατούν σε ξύλο η ακρίβεια και καθαρότητα της εικόνας ανεβαίνει επίπεδο. Φανταστείτε σε καλοσχεδιασμένες βάσεις. 3) Ένα καλό καλώδιο ρεύματος πάντα βοηθάει στην συνοχή, σκηνικό εύρος πεδίου και ταχύτερο-ακόμη πιο δεμένο χαμηλό (δούλεψε οριακά καλύτερα με το Kimber PK-14 και αισθητά καλύτερα με καλώδια ρεύματος Supra Ply 3.4 τερματισμένα με Wattgate Shuko cryo-plugs και Oyaide Tunami) και, τέλος, 4) Επιλέξτε ένα καλό και ουδέτερο balanced (XLR) interconnect – ή έστω ελαφρώς φωτεινό στον ήχο, εφόσον το επιτρέπει η τσέπη σας (πολύ καλή επιλογή τα Nordost, δεν θα λέγαμε όχι και στα Analysis Plus).
Ενεργά τρίδρομα monitors με τριπλοενίσχυση των μονάδων μέσω ενισχυτών τάξης Α/Β. Κλειστού τύπου καμπίνα. Δυνατότητα ρύθμισης στάθμης και συχνοτικής απόδοσης. Κατασκευασμένα στην Ιρλανδία, σχεδιασμένα στην Γερμανία. Τιμή: 3.720,- € (ζεύγος KH 310 Active)
;