Metrum Acoustics Menuet
Non-Oversampling Digital to Analog Converter
REVIEW BY: PARIS KOTSIS
pariskotsis@gmail.com
Πόσο σημαντική είναι η πηγή σε ένα ηχοσύστημα; Όσο και ο οδηγός σε ένα αυτοκίνητο! Κανείς δεν κερδίζει μια κούρσα από μόνος του, χρειάζεται ισορροπία δυνάμεων και αγαστή συνεργασία ανθρώπου-μηχανής. Παλαιότερα, την εποχή της κυριαρχίας των πικάπ, οι Βρετανοί πέρασαν τη νοοτροπία του shit in-shit out για να προωθήσουν τα φημισμένα πλατό τους (βλέπε Linn LP12) και ο κόσμος της υψηλής πιστότητας πορευόταν ήσυχα και τακτικά, με όλο και πιο ακριβές κεφαλές κινητού πηνίου, σοφιστικέ αναρτήσεις και εξελιγμένους βραχίονες να δίνουν το ποιοτικό σήμα στους ενισχυτές και τα ηχεία της εποχής. Το CD ανέτρεψε την κατάσταση με τρόπο απροσδόκητο. Μπορεί να κατηγορούσαμε για χρόνια τον “κλινικό και αποστειρωμένο” ψηφιακό ήχο στη βάση της εντύπωσης των πρώτων CD players (με τους non-oversampling μετατροπείς τους) και ίσως ποτέ να μην ικανοποιηθήκαμε πλήρως από τα στεγνά πρίμα του ή την ασαφή ατάκα και ροή του, όμως αυτό είναι η μισή αλήθεια. Η άλλη μισή είναι πως οι πολύ υψηλοί σηματοθορυβικοί λόγοι του οπτικού δίσκου σε σχέση με το βινύλιο “ξεβόλεψαν” βάναυσα τους solid state ενισχυτές και τα ηχεία, βγάζοντας στη φόρα καλά κρυμμένες αδυναμίες στα στάδια ισχύος, τα τροφοδοτικά, τα διαφράγματα, τα φίλτρα κλπ. Ίσως, μάλιστα, οι λαμπάτοι ενισχυτές που επανήλθαν… για να μας σώσουν από τα “κακά ψηφιακά” τη δεκαετία του ’90, να συνεισέφεραν τόσο σε αρμονικές και ροή όσο και… στην αύξηση του θορύβου, ώστε να αποκατασταθεί μια προσωρινή ισορροπία στα συστήματά μας. Σημαντική παρέμβαση ομολογουμένως έκανε η εξωτική ποικιλία των λαμπάτων zero feedback SET, η οποία σαφώς υπέδειξε την παραμόρφωση περάσματος του push-pull και την ανάδραση ως βασικές αιτίες υποβάθμισης της μουσικότητας και έριξε φως στο παραμελημένο για χρόνια πεδίο του χρόνου. Το red book δεν σταμάτησε βέβαια να βελτιώνεται, ειδικά από τότε που κυνήγησε το θέμα του jitter, αλλά στην ουσία τα ηχεία και οι ενισχυτές μας ήταν αυτά που πέρασαν τις πιο δραματικές αλλαγές τα τελευταία αυτά 30 χρόνια της κυριαρχίας του ψηφιακού ήχου. Περιττό βέβαια να σημειώσουμε πόσο ωφελημένα βγήκαν τα πικάπ από τις εξελίξεις που προκάλεσαν τα CDp στην υπόλοιπη ηχητική αλυσίδα.
Απλότητα για καλό timing
Δεν είναι τυχαίο πως σήμερα θα μιλήσουμε για έναν μετατροπέα τύπου “πρώτης γενιάς” non oversampling (NOS), μια σύγχρονη ενσάρκωση τρόπον τινά του περίφημου τσιπ TDA1541 που τα περασμένα χρόνια έχει αποκτήσει μυθικές διαστάσεις για τις μουσικές του ιδιότητες και πλέον σπανίζει στα όρια της εξαφάνισης. Η ολλανδική Metrum κατασκεύασε το δικό της NOS DAC με δικτύωμα R2R, για να μην εξαρτάται από τα παλιά τσιπ, στοχεύοντας βέβαια σε καλύτερη τεχνική συμπεριφορά, όμως η ουσία του αφιλτράριστου ψηφιακού χωρίς υπερδειγματοληψία παραμένει ίδια. Είναι μια σχολή που προκρίνει την ακρίβεια στο time domain όπως και οι SET, αλλά υστερεί λίγο σε επίπεδο συχνότητας στα ανώτερα πρίμα με το υλικό των 16/44,1, την οποία επέλεξαν αρκετοί φημισμένοι κατασκευαστές (Audio Note, 47labs κλπ) λίγο μετά τη “λαίλαπα” του upsampling κοντά στο millenium. Στην ουσία, τότε ξεκίνησε μια αντιπαράθεση ανάμεσα στην βαριά επεξεργασία του ψηφιακού σήματος, που έδινε μεν αέρα στα πρίμα όμως προκαλούσε περισσότερα προβλήματα χρονισμού στις μεταβατικές, και στο πρότυπο της λιγότερης δυνατής παρέμβασης που αντιπροσωπεύει η σχολή του μινιμαλισμού. Oι NOS DAC αποτελούν σήμερα μια αρκετά δημοφιλή κατηγορία μετατροπέων και μάλιστα επωφελούνται σημαντικά από την παρουσία των αρχείων υψηλής ανάλυσης που αποκαθιστά το πεδίο της συχνότητας στα ανώτερα πρίμα, ενώ το αδύνατο σημείο τους είναι η έλλειψη συμβατότητας με τα αρχεία DSD σε native μορφή που είναι και η μόδα των ημερών μας. Βέβαια, υπάρχει ομολογουμένως μεγάλη σύγχυση σχετικά με τη διαμάχη PCM vs DSD και πράγματι είναι πιθανό πολλά από τα αρχεία υψηλής ανάλυσης να είναι απλά προϊόν upsampling και μετατροπών από τη μία μορφή στην άλλη. Εξάλλου, η μουσική που πωλείται σε μορφή dsf (δηλαδή τα αρχεία DSD) είναι ελάχιστη και δεν επιτρέπει τις ασφαλείς συγκρίσεις με τα βινύλια και τα CD μας, πόσο μάλλον τη δημιουργία επίκαιρης συλλογής με τρέχουσες ηχογραφήσεις. Διότι καλή είναι η σούπερ ανάλυση στα χαρτιά, αλλά αν αδυνατεί να τιμπράρει όπως ακούγονται τα φυσικά όργανα με το στυλ του μουσικού που τα παίζει και να εκφράσει ολοκληρωμένα τις μελωδίες και τους ρυθμούς σε γνωστές και αγαπημένες μουσικές – όπως ένα πικάπ – ή αν περιορίζεται σε audiophile “ασκήσεις”, τότε είναι άνευ ουσίας. Ας μην ξεχνάμε άλλωστε ότι ο κόσμος, μαζικά, δεν γνωρίζει καν το flac ενώ τελευταία δείχνει να συγκινείται όλο και περισσότερο από ένα περιστρεφόμενο πλατό… Συνεπώς, ένας DAC οφείλει να κρίνεται πρωτίστως με βάση το άφθονο υλικό στάνταρτ ανάλυσης που υπάρχει και στη συνέχεια με υλικό hi-rez. Σε ένα καλό σύστημα, άλλωστε, οι διαφορές ανάμεσα σε αυτά τα δύο δεν είναι ποτέ μέρα-νύχτα (πιο μεγάλη διαφορά κάνει συνήθως η ποιότητα της ηχογράφησης και της παραγωγής παρά τα ψηφιακά φορμά), όπως νομίζουν σήμερα αρκετοί computer audiophiles που ακούνε με ακουστικά ή με ενεργά ηχειάκια, όπου έτσι κι αλλιώς ο ήχος είναι μικρός και ευνοεί τις μικροδιαφορές στα πρίμα, ελλείψει σώματος στις μεσαίες και σοβαρής δυναμικής περιοχής στις χαμηλές.
Transient attack
Το Menuet είναι το μεσαίο DAC της Metrum Acoustics, στα πλαίσια της νέας αυτής γενιάς που στηρίζεται στο custom τσιπ (Transient module) του Ολλανδού κατασκευαστή. Η προηγούμενη γενιά είναι ακόμη διαθέσιμη και χρησιμοποιεί έναν έτοιμο μετατροπέα “μυστικής” προέλευσης με δυνατότητα διαχείρισης αρχείων επιπέδου 24/192. Πλέον τα νέα Metrum φθάνουν στα 384KHz (DXD) χάρη στον νέο NOS μετατροπέα, τιμή που επιτυγχάνεται φυσικά από τις εισόδους USB. Το Menuet, όπως και τα άλλα δύο μοντέλα της εταιρίας, έχει μια χαρακτηριστική απλότητα στην εμφάνισή του. Μια σειρά από πιεστικά πλήκτρα επιλέγουν τις ψηφιακές εισόδους, στις οποίες περιλαμβάνεται μια AES/EBU και μια ομοαξονική με BNC και δεξιά υπάρχει το πλήκτρο standby κι αυτό είναι όλο. Ούτε οθόνη ενδείξεων, ούτε έξοδος ακουστικών, ούτε ρύθμιση στάθμης. Για τα χρήματά που κοστίζει, αυτές οι ελλείψεις είναι βέβαιο ότι θα αποθαρρύνουν αρκετούς σε συνδυασμό με την αδυναμία για native DSD αναπαραγωγή. Από την άλλη, η ποιότητα κατασκευής είναι υπεράνω κριτικής. To Menuet χρησιμοποιεί τέσσερα Transient module (δύο στο κάθε κανάλι), τα οποία δίνουν μια ζυγισμένη τοπολογία εξ’ου και οι XLR έξοδοι. Κάθε module περιλαμβάνει δύο τμήματα επεξεργασίας των 16bit, από τα οποία χρησιμοποιούνται τα 12 bit στην πιο γραμμική θέση για το κάθε τμήμα, ώστε συνολικά να έχουμε τα 24bit. Βέβαια για να γίνει δυνατή η επεξεργασία, θα πρέπει η λέξη των 24bit να χωριστεί στη μέση, κάτι που εκτελείται από ένα προγραμματιζόμενο τσιπάκι FPGA. Δεν υπάρχει φυσικά επεξεργασία με oversampling και ψηφιακό φίλτρο αλλά στην έξοδο λειτουργεί ένα πολύ ήπιο αναλογικό φίλτρο που επενεργεί στα 70KHz, επιτρέποντας μέγιστη απόκριση συχνότητας στα 65KHz με σήματα υψηλής ανάλυσης. Το ζητούμενο βέβαια είναι το πώς θα συμπεριφέρεται με σήματα στάνταρτ ανάλυσης κι αυτό, πέραν των μετρήσεων που κυκλοφορούν και το δίνουν -3dB στα 20KHz, είναι κάτι που πρέπει να το ακούσει κανείς και όχι να το εκτιμήσει στα χαρτιά, αφού μια σειρά από προβλήματα του red book εκεί ακριβώς εκδηλώνονται, δηλαδή στα πρίμα και, ελλείψει oversampling, ο κάθε κατασκευαστής NOS DAC χρησιμοποιεί τις δικές του τεχνικές για να τα αντιμετωπίσει. Για την Metrum, εν προκειμένω, η ταχύτητα του νέου μετατροπέα είναι ίσως το σημείο-κλειδί για την επιτυχία του με υλικό 16/44,1.
Menuet … a NOS forward corrected DAC.
Εστίαση, ατάκα και μεταβατικές χωρίς “μαγείρεμα”
Το Menuet εξετάστηκε σε δύο hi-end συστήματα, ένα εισαγωγικό όπου συνδέθηκε μέσω ομοαξονικής με CD Transport και συγκρίθηκε με CD player και ένα μεγάλο, όπου συνδέθηκε μέσω USB με υπολογιστή σε περιβάλλον Windows και player το Foobar και συγκρίθηκε τόσο με CDplayer όσο και με πικάπ. Και στις δύο περιπτώσεις τα player χρησιμοποιούν oversampling και custom ψηφιακά φίλτρα. Το Menuet δεν έκρυβε εκπλήξεις από σύστημα σε σύστημα, έπαιξε με σταθερό τρόπο τονικά και χρονικά, αλλά έκανε φανερή την προτίμησή του στο δεύτερο σύστημα που έχει τον πιο μεγάλο ήχο, τις πιο ουδέτερες χροιές και την περισσότερη ανάλυση. Το μεσαίο Metrum σε γενικές γραμμές είναι ένα εργαλείο υψηλής ακρίβειας, που δεν θα προσθέσει τίποτε δικό του στο σύστημα, αφήνοντάς το γυμνό από ευφωνικότητες και “απόψεις”. Τονικά, όντως υπάρχει ένας ήπιος χαρακτήρας στα ανώτερα πρίμα με υλικό στάνταρτ ανάλυσης, σε σχέση τόσο με τα CD players όσο και με το foobar, όταν αυτό εφαρμόζει upsampling. Σε ηχογραφήσεις με άφθονο αέρα και upfront λεπτομέρεια δεν λείπει ουσιαστικά τίποτε. Σε πιο μαλακές και laid back παραγωγές έχουμε μια μικρή πτώση της οξύτητας που, όμως, δεν είναι αποτρεπτική της απόλαυσης καθώς ο αέρας και οι αποστάσεις ανάμεσα στα όργανα είναι έξοχα και η ανάλυση “περισσεύει”. Αν εφαρμόσουμε σε αυτές upsampling από τον υπολογιστή, γίνεται φανερό ότι προστίθεται οξύτητα με τρόπο τεχνητό, σαν μια φωτεινή αύρα γύρω από τα όργανα χωρίς να συνδέεται επακριβώς με αυτά. Σε κάποιους αυτό θα αρέσει ή/και δεν θα γίνεται φανερό από το σύστημά τους, δεν παύει όμως να είναι απόκλιση από τη φιλοσοφία σχεδίασης του Menuet.
Σε καμία περίπτωση δεν ανιχνεύεται τραχύτητα ή μπέρδεμα στις μεταβατικές στα πρίμα λόγω της απουσίας ψηφιακού φίλτρου, χωρίς παράλληλα η τονική καμπύλη να μπορεί να κατηγορηθεί για ρετρό, όπως συμβαίνει με άλλους NOS μετατροπείς. Στην ουσία, το Menuet δείχνει απλά τα όρια της πληροφορίας του 16/44,1 που μπορεί να παρουσιαστεί με απόλυτο χρονισμό, δηλαδή καθαρά, ασυμπίεστα και με ροή. Οτιδήποτε “περισσότερο” από αυτό έρχεται με τη δική του ασάφεια στις συμβατικές υλοποιήσεις, είτε μιλάμε για ελαφρύ γρέζι στις υψίσυχνες μεταβατικές (που έχουμε συνηθίσει να το ακούμε και δεν το προσέχουμε παρά μόνο όταν λείψει), για σμίκρυνση των ειδώλων στα πρίμα ή για “άπλωμα” της ατάκας, εξαιτίας φυσικά των ατελειών των ψηφιακών φίλτρων. Αντίθετα, το Menuet δεν ξέρει τι θα πει γρέζι, μικρός ήχος και ασαφής ατάκα, έχει κορυφαία εστίαση κάτω από όλες τις συνθήκες και εξαιρετικά λεπτομερή υφή. Επίσης, ρέει με απόλυτα συμπαγή τρόπο και εξαιρετικό συγχρονισμό των περιοχών. Ίσως επειδή είναι τόσο ευθύ και άμεσο χρονικά, το βαθύ μπάσο του δίνει κάποτε την εντύπωση του στεγνού, αλλά στην ουσία είναι πιο ταχύ και ακαριαίο και αυτό φαίνεται στις μεγάλες αντιθέσεις, οι κορυφώσεις των οποίων εκλαμβάνονται με τη δύναμη επιβολής που μας έχουν συνηθίσει τα πικάπ.
Περνώντας σε υλικό υψηλής ανάλυσης, τονώνεται λίγο η αίσθηση της έκτασης στα πρίμα και τα μπάσα αλλά η πιο σημαντική διαφορά (σε σχέση με άλλους μετατροπείς συμβατικού τύπου) είναι πως αυτές οι ηχογραφήσεις κάνουν περισσότερο μουσικό νόημα αφού χάνουν τον επιδεικτικό χαρακτήρα στα πρίμα (κυρίως οι 192KHz) και μια “γυάλινη” απόχρωση στις μεσαίες που έχω μάθει να περιμένω σε αρχεία πάνω από τα 96KHz. Πραγματικά εντυπωσιάστηκα από ένα αρχείο στα 192KHz του Black Coffee της Ella Fitzgerald που έχει προέλθει από βινύλιο, από το οποίο εισέπραξα όλες τις αρμονικές και τη βινυλιακή γλύκα στις μεσαίες που μου δίνουν τα πικάπ μου. Η αντίστοιχη εμπειρία με το ίδιο κομμάτι σε αρχείο DSD ήταν ίσως πιο ευφωνική με κορυφαίους DSD DAC (το έχω ακούσει και πιο στεγνά με υποδεέστερους) αλλά όχι τόσο διάφανη και λεπτομερής στην ανάπλαση των αρμονικών και του ρυθμού.
Το Menuet είναι ένας DAC που σαφώς απευθύνεται σε κορυφαία συστήματα και συνειδητοποιημένους ακροατές, που αγαπάνε το βινύλιο και ενοχλούνται από τα ψηφιακά τερτίπια. Δεν θα σώσει μέτριες καταστάσεις συνοδών ούτε θα χαϊδέψει αυτιά και το γεγονός ότι με καλές ηχογραφήσεις δίνει το διάφανο στίγμα ενός τριοδικού phono stage δεν είναι ούτε σύμπτωση ούτε χειραγώγηση, αλλά η κοινή κατάληξη μιας πορείας προς την ηχητική αλήθεια, που έχει ξεκινήσει από διαφορετικές αφετηρίες.
Σύστημα δοκιμής: ψηφιακές πηγές Gold Note Koala & CD-7, Line Magnetic 502CA, Wadia, ενισχυτές Gold Note S-3 Sig., Audio Technologies VA-60, Jadis, Preamplifiers Phos “Line”, ηχεία Ocellia Calliope.30 Sig., Paul W. Klipsch model Klipschorn, ELAC, καλώδια & accessories Ringmat Developements, Transparent.
REVIEW BY: PARIS KOTSIS
Metrum Menuet, μετατροπέας non oversampling, 384ΚΗz (USB). Είσοδοι: USB, 2xcoaxial (RCA, BNC), optical, AES/EBU. Έξοδοι: XLR (4V/200Ω), RCA (2V/100Ω). Διαστάσεις: 32×8,5×32 εκ.Σχεδίαση και κατασκευή στην Ολλανδία.
Αντιπρόσωπος: Chameleon Audio, τηλ. 213.0277796. Τιμή: 3.400€