Line Magnetic LM219 IA
Η σειρά Silver της νοτιοκορεατικής εταιρίας απευθύνεται σε πιο… hardcore γούστα σε σχέση με την Gold, καθώς περιλαμβάνει πιο ακραίες σχεδιάσεις και έρχεται αποκλειστικά φινιρισμένη με ένα μάλλον σπαρτιάτικο μεταλλικό χρώμα με industrial αισθητική (παράγεται σε γκρι και μαύρο). Η σειρά διαθέτει έξι μοντέλα και εκτείνεται από τον λιλιπούτειο LM218IA Mini (EL84 SET, 3W) μέχρι το “θηρίο” που σας παρουσιάζουμε εδώ, έναν πανίσχυρο SET (για τα δεδομένα της τοπολογίας) με απόδοση 24Wrms και εξόδους για 4, 8 και 16Ω. Ο LM219ΙΑ είναι τόσο ογκώδης και ψηλός που προκαλεί απλώς και μόνο επειδή υπάρχει, είτε αρέσουν σε κάποιον οι λαμπάτοι είτε όχι. Είναι σχεδόν σαν ένας κύβος με πλευρά 40 εκατοστών, από τον οποίο λείπει ένα τμήμα για να δεχτεί τις λυχνίες. Με το προστατευτικό κλουβί στη θέση του γίνεται τέλειος κύβος αλλά χάνει πολλή από τη γοητεία που του χαρίζει η θέα με τις 300Β, οι οποίες οδηγούν τις 845 και, πριν από αυτές, τις περίφημες 310Α με το “καπελάκι”, μια τριάδα από λυχνίες που μας μεταφέρει πολλές δεκαετίες πίσω στο χρόνο, στη χρυσή εποχή της Western Electric. Η Line Magnetic, άλλωστε, γεννήθηκε χάρη στην αγάπη του ιδρυτή της γι’αυτή την εποχή και η σειρά Silver ακριβώς αυτό αντανακλά, είναι μια σύγχρονη ματιά γεμάτη αγάπη και σεβασμό στο παρελθόν και τις απαρχές της ηχητικής αναπαραγωγής. Τα υλικά του ενισχυτή, φυσικά, είναι σύγχρονα αλλά η ηχητική σχεδίαση παραμένει πιστή στα μουσικά ιδεώδη εκείνης της εποχής. Όσο κι αν ακούγεται περίεργο, τώρα, ο βασικός κορμός στη γκάμα της Line Magnetic δεν είναι ούτε τα Silver, ούτε τα Gold (με τα οποία η εταιρία “επιτίθεται” στις αγορές της Δύσης) αλλά η σειρά Classic, που περιλαμβάνει πιστές ρέπλικες ηχείων και μεγαφώνων χοάνης της Western Electric καθώς και ενισχυτικών της εποχής. Μια ματιά στη σειρά αυτή αρκεί για να μας προσφέρει ένα ισχυρό τριπ στο παρελθόν γεμάτο ρετρό νοσταλγία. Δεν είναι τυχαίο πως αυτό το τμήμα αποτελεί το βασικό λόγο ύπαρξης της Line Magnetic, η οποία επίσης επισκευάζει τις original κατασκευές, αφού οι χομπίστες στη ΝΑ Ασία είναι φανατικοί του είδους και αγοράζουν μετά μανίας οτιδήποτε τους συνδέει περισσότερο με τα χρυσά χρόνια των απαρχών του audio. Ωραία είναι όλα αυτά βέβαια και λίαν ρομαντικά, όμως εκείνο που ενδιαφέρει πρωτίστως εμάς, τους απαιτητικούς ακροατές, είναι το γεγονός πως η εταιρία έχει διαφυλάξει κατά κάποιο τρόπο το original τίμπρο της εποχής εκείνης και είναι σε θέση να το αναπαράγει σε σύγχρονες κατασκευές με τρόπο αξιοθαύμαστο.
Large σε όλα του
O LM219IA αποτελεί τελικά μια διασταύρωση ανάμεσα στις ρέπλικες της εταιρίας και τον πιο σύγχρονης εμφάνισης LM518ΙΑ, που δοκιμάσαμε πρόσφατα μέσα από το hiendnews. Έχουμε δει αρκετά ακραία SET όλα αυτά τα χρόνια αλλά τέτοιο “τέρας” σε αυτά τα χρήματα, ποτέ. Ο μόνος που μπορεί ίσως να σταθεί δίπλα του είναι ο βαρέων βαρών S9 της Unison Research, ο οποίος είναι μια πιο σύγχρονη σχεδίαση parallel single ended με την SV272 και 50% μεγαλύτερη ισχύ. Θα ήταν πολύ ενδιαφέρουσα μια άμεση σύγκριση μεταξύ τους, αφού κοστίζουν παραπλήσια χρήματα, ωστόσο, μιλώντας από μνήμης και πάντα με κάποια επιφύλαξη, έχω την αίσθηση ότι ο S9 δεν φθάνει το παραδεισένιο τίμπρο στις μεσαίες του 219ΙΑ αλλά έχει ακόμη καλύτερο drive σε πιο δύσκολα φορτία. Εν πάση περιπτώσει, μιλάμε πάντα για μικρή ισχύ από τριόδους σε τάξη Α, μια κατάσταση που, όσο κι αν είναι στη μόδα, δεν παύει να απευθύνεται κυρίως στους πιο μερακλήδες με ηχεία υψηλής ευαισθησίας ή έστω σε κατόχους “νορμάλ” ηχείων που όμως πάνε για το ηχόχρωμα και την καθαρότητα σε χαμηλές εντάσεις και δεν τους πειράζει να περιορίσουν τις απόλυτες στάθμες που μπορεί να φθάσει το σύστημά τους. Τούτων λεχθέντων, η τάξη Α δεν κρύβεται ποτέ ενεργειακά και ένας ενισχυτής σαν τον LM219IA αποδεικνύεται στην πράξη πολύ πιο ισχυρός και “διεγερτικός” του ηχείου και του χώρου από όσο θα φανταζόταν κανείς με βάση την ισχύ του. Εκεί που ένας τέτοιος ενισχυτής θα σηκώσει τα χέρια ψηλά είναι με ηχεία με δύστροπες αντιστάσεις πολύ κάτω των 4Ω ή/και υπερβολικά πολύπλοκα κυκλώματα διαχωρισμού. Αντίθετα, θα χαρεί να δει στις μπόρνες του ειδικά ηχεία των 12 και 16Ω, κάτι που θα βελτιώσει εκ των πραγμάτων τον συντελεστή απόσβεσης και θα προσφέρει καλύτερο έλεγχο του χαμηλού.
Ο μεγάλος ολοκληρωμένος της σειράς Silver διακρίνεται για το εξαιρετικό φινίρισμα και την υπέροχη ποιότητα κατασκευής, τη dual mono σύσταση του τροφοδοτικού που ευθύνεται κυρίως για τα 55 κιλά βάρους και το εντυπωσιακό αναλογικό όργανο ένδειξης της ισχύος εξόδου των δύο καναλιών (με δύο βελόνες, κόκκινη του δεξιού καναλιού). Δείχνει “πολυάσχολος” στην πρόσοψη, καθώς παρέχει δύο ακόμη ενδεικτικά όργανα και ισάριθμα μικρά ποτενσιόμετρα για τη μικρορύθμιση της πόλωσης, ενώ η βασική ρύθμιση γίνεται με βίδες δίπλα σε κάθε μια από τις μεγάλες DHT λυχνίες. Το σχέδιο περιλαμβάνει ένα έξτρα στάδιο ενίσχυσης γύρω από την 300Β για την οδήγηση της 845, το οποίο απαιτεί ανεξάρτητη ρύθμιση της πόλωσης από το χρήστη ώστε να βρίσκεται πάντα στην βέλτιστη κατάσταση λειτουργίας. Ο ενισχυτής μπορεί να χρησιμοποιηθεί και ως μόνο τελικός, παρακάμπτοντας το προενισχυτικό τμήμα βάσει των 12ΑΧ7 που είναι και το λιγότερο “εξωτικό” μέρος του, μέσω διακόπτη στην πρόσοψη. Σημαντική είναι η παρουσία ενός ακόμη διακόπτη δύο θέσεων που ρυθμίζει την συνολική ανάδραση, με τις ενδείξεις max και min. Δεν δίνονται ακριβή νούμερα σε dB ενώ στις περιγραφές της εταιρίας διαβάζει κανείς ότι η ανάδραση είναι “defeatable”, δηλαδή μπορεί να μηδενιστεί, κάτι που υπονοεί ότι η θέση min αντιστοιχεί σε 0dB και στο ιδεώδες σκηνικό του zero feedback. Αν εξαιρέσουμε δυο-τρεις μικρές πλακέτες όπου υλοποιούνται τα μετρητικά όργανα και το μοτοριζέ volume control (μπλε Alps), ο ενισχυτής είναι μονταρισμένος στον “αέρα” (hardwired) με υποδειγματική τάξη και φροντίδα στις λεπτομέρειες. Το εσωτερικό χωρίζεται σε δύο τμήματα, με το πίσω μέρος να είναι διώροφο, περιλαμβάνοντας χαμηλά τους μετασχηματιστές τροφοδοσίας και τους πυκνωτές εξομάλυνσης και ψηλά τις τρεις εισόδους γραμμής, ενώ φυσικά στο επάνω και πίσω μέρος του σασί βρίσκονται οι μετασχηματιστές εξόδου. Όλοι οι μ/σ είναι custom, τετράγωνου τύπου ΕΙ και είναι ειδικά σχεδιασμένοι για τον συγκεκριμένο ενισχυτή. Υπάρχουν και δύο πηνία τσοκ, πιθανότατα για την παθητική σταθεροποίηση της τάσης λειτουργίας της 845. Τα εξαρτήματα είναι λιγοστά, άριστης ποιότητας και υπάρχει άφθονος χώρος και πολύ καλές αποστάσεις μεταξύ τους, κάτι που ευνοεί την ησυχία του κυκλώματος και, παράλληλα, επιτρέπει στους πιο ανήσυχους να πειραματιστούν με τους πυκνωτές σύζευξης των σταδίων.
300Β με…τούρμπο
Είναι αξιοσημείωτη η βελτίωση που παρέχει ο ενισχυτής σε σχέση με τον ήδη εξαιρετικό LM518IA, καθώς πλέον προβάλλει ως μια απόλυτη λύση επιπέδου αναφοράς που, και πάλι, χρεώνεται πολύ λογικά. Ενισχυτές με την 845 έχουμε ακούσει πολλούς, ακόμη και με το σχέδιο με την 300Β σε ρόλο οδήγησης. Είναι όμως η πρώτη φορά που η “μεγάλη κυρία” των τριόδων μάς ακούγεται με τέτοια λεπτότητα, γλυκύτητα και φινέτσα, διατηρώντας παράλληλα εξαιρετική δυναμική συμπεριφορά και εντυπωσιακή έκταση στα άκρα του φάσματος. Στην ουσία, εδώ έχουμε έναν SET με όλη την ομορφιά και την ευλυγισία της 300Β που, όμως, διαθέτει άκρα και οδήγηση από άλλο πλανήτη (για SET με 300Β στην έξοδο). Ο σχεδιαστής πέτυχε δηλαδή ένα τίμπρο στις ευρύτερες μεσαίες που φέρει την ξεκάθαρη αρμονική υπογραφή της 300Β, όπως την έχουμε απολαύσει στα πιο εξωτικά SET των 7-8W. Εδώ είναι που υπερτερεί ξεκάθαρα του μικρότερου μοντέλου, στη λεπτομέρεια κατά την παρουσίαση των αρμονικών, ικανότητα που δημιουργεί ένα σκηνικό υψηλής ανάλυσης με ανθρώπινα χαρακτηριστικά μουσικής έκφρασης. Έτσι, ενώ μπορεί κανείς να περιγράψει τον μικρότερο LM518IA ως έναν πολύ πλούσιο και γλυκό ενισχυτή, αυτά τα επίθετα που συνήθως αποδίδουμε στους πολύ καλούς λαμπάτους μάλλον αδικούν τον ενισχυτή της δοκιμής μας, απλουστεύοντας την ουσία του. Ο LM219IA προχωράει με ίσες αποστάσεις ως προς τη δύναμη, την ταχύτητα και την τονική ομορφιά. Δεν ακούγεται ποτέ βαρύς, ρομαντικός ή κουρεμένος, όπως και ποτέ δεν ακούγεται άδειος, στεγνός ή βιαστικός. Πάντα ηχεί αυθεντικός και ποτέ ανόητα μοντέρνος. Κρατάει με μαεστρία και αόρατη μεγαλοσύνη τα ηνία του σήματος ακόμη και με αναίσθητα και σχετικά δύσκολα ηχεία (με την ανάδραση στη θέση max) και δεν υποκύπτει στα συνήθη λάθη των SET. Ίσως σε κάποιους λείψουν οι προβολικότητες του είδους και η θεατρική… σκηνοθεσία επί της ηχητικής σκηνής, αλλά η μαγεία του LM219IA βρίσκεται πάντα στις αναλυτικές περιγραφές του τίμπρου και του ρυθμού, στις αντιθέσεις και τη ροή, όχι στην επιβολή ενός ευφωνικού χαρακτήρα ανεξαρτήτως προγράμματος.
Τον προτιμάμε βέβαια με ευαίσθητα ηχεία και μηδενική ανάδραση, καθώς τότε αποκτάει τη μέγιστη δυνατή ελευθερία, ταχύτητα και δύναμη και φωτίζει ακόμη πιο καλά τη δράση, εξαφανίζοντας παράλληλα μεγάλες καμπίνες και γούφερ χάρη στην πενταδιάφανη “φύση” του. Φυσικά και δεν είναι “τέρας” οδήγησης ούτε προσπαθεί να μας πείσει για κάτι τέτοιο, άλλωστε δεν σχεδιάστηκε για να “ξυπνάει” κακοσχεδιασμένα reflex και περίεργες καμπύλες εμπέδησης αλλά για να διεγείρει πανάλαφρα διαφράγματα και να διατηρεί τη συνοχή του σήματος στις πιο δύσκολες μεταβατικές. Μπορεί όμως να γεμίσει ασφυκτικά έναν μεγάλο χώρο με το κατάλληλο ηχείο των 92-95dB και να ανεβάσει σοβαρές στάθμες παραμένοντας ήρεμος, παλλόμενος και οργανικός. Τα watt δεν είναι καθόλου λίγα, ειδικά σε τέτοιες συνθήκες και έρχονται εξαιρετικά καθαρά και γραμμικά, σαν αέρας και χωρίς καμία αίσθηση μετάλλου ή φασικής αλλοίωσης από τους πυρήνες. Τελικά, η πιο επαγγελματική όψη του LM219ΙΑ ανταποκρίνεται και στη φυσιογνωμία του. Υπάρχει δηλαδή κάτι πιο αποστασιοποιημένο στον χαρακτήρα του σε σχέση με τον LM518IA αλλά όχι με την αρνητική έννοια. Δεν παίζει ας πούμε τόσο προσωπικά, σαν να απευθύνεται αποκλειστικά σε σένα, αλλά ξεφεύγει από τα στενά όρια του μηχανήματος και δίνει μια ακόμη πιο αντικειμενική ματιά στην ηχογράφηση, με μια σιγουριά που συνήθως διακατέχει στουντιακά μηχανήματα υψηλών προδιαγραφών. Αν λοιπόν ο μικρότερος LM μπορεί να “εντοπιστεί” ως ευχάριστος, αυτός εδώ είναι τόσο διάφανος και αχρωμάτιστος που είναι ικανός να μετατρέψει τεράστια ηχεία, όπως τα μοναδικά Khorn, σε ηχεία…μεμβράνης. Θα περίμενα μεγαλύτερη διαφορά τιμής ανάμεσά τους και εξακολουθώ να προτείνω τον μικρότερο Line Magnetic ως την ιδανική λύση για ένα ευρύ κοινό, όμως ο LM219IA είναι φανερά ο ενισχυτής που θα ανταμείψει με μοναδικά ταξίδια τον πιο γενναίο, εκείνον δηλαδή που θα “ανεχτεί” το μέγεθος και την αισθητική του, προκειμένου να αξιοποιήσει όσο καλύτερα μπορεί τα απαιτητικά υπερηχεία του.
Σύστημα δοκιμής: ψηφιακές πηγές Gold Note Koala & CD-7, Line Magnetic 502CA, ενισχυτής Gold Note S-3 Sig., ηχεία Ocellia Calliope.30 Sig., Klipsch Klipschorn, καλώδια ρεύματος & accessories Ringmat Developements
Ισχύς: 2x24W (RMS) single-ended Class A Είσοδοι: 3xline RCA, 1xpre-amp RCA Ευαισθησία: line 230 mV, pre-amp 1000 mV Απόκριση: 15Hz – 35 kHz,-1.5dB Rin:100 kΩ THD: 1% (1kHz) S/N: 87 dB 43x43x40 εκ. (ΠΒΥ) 55 κιλά
Line Magnetic 219IA, ολοκληρωμένος ενισχυτής SET 2x24W. Λυχνίες: 2×845 (LM), 2x300B (Full Music), 2x310A (LM), 2x12AX7 (LM), σχεδίαση στη Νότια Κορέα, κατασκευή στην Κίνα. Τιμή: 8.700€ Αντιπρόσωπος: Sound Gallery
Paris Kotsis